Τρίτη 11 Νοεμβρίου 2014

Περιβαλλοντική Εκπαίδευση και Αξιολόγηση

Η Περιβαλλοντική Εκπαίδευση από το ίδιο το ξεκίνημά της και από την ίδια τη φύση της είναι μια εναλλακτική κι όχι παραδοσιακή εκπαιδευτική διαδικασία. Πρωτοξεκίνησε κι αυτή στη δεκαετία του ’60 κι άρχισε να αναγνωρίζεται ως αναγκαιότητα και να θεσμοθετείται από τη δεκαετία του ’70 κι έπειτα.
                Ήταν η πλημμυρίδα των κοινωνικών κινημάτων της δεκαετίας του ’60, το πνεύμα του Μάη του 1968 που δημιούργησε το κίνημα της Αντιαυταρχικής Εκπαίδευσης με αποκορύφωμα το σχολείο του Σάμμερχιλ αλλά και το οικολογικό κίνημα ως κίνημα αμφισβήτησης της βιομηχανικής κοινωνίας και των επιπτώσεών της στη φύση και στον άνθρωπο.
          Στο σχολείο του Σάμμερχιλ καταργήθηκαν οι βαθμοί, οι εξετάσεις, τα παραδοσιακά μαθήματα, οι υποχρεωτικές παρακολουθήσεις, η ιεραρχία μεταξύ εκπαιδευτικών και μαθητών αντικαταστάθηκε από την κοινή συνέλευση μαθητών κι εκπαιδευτικών.
          Παιδί αυτής της εποχής η Περιβαλλοντική Εκπαίδευση λειτούργησε από τότε χωρίς βαθμούς κι εξετάσεις, με εθελοντική συμμετοχή μαθητών κι εκπαιδευτικών, με ενεργό συμμετοχή των μαθητών, με από κοινού σχεδιασμό των δράσεων που θα αναπτυχθούν, με αναζήτηση λύσεων σε προβλήματα, με συνδυασμό διαφορετικών πηγών κι απόψεων που αντιπαρατίθενται και συντίθενται.
           Όσο κι αν προσπάθησαν από τότε να ενσωματώσουν την Περιβαλλοντική Εκπαίδευση, να την καταντήσουν άλλο ένα μάθημα που θα διδάσκει ένας ειδικός «που ξέρει», δεν τα κατάφεραν, μιας κι η Περιβαλλοντική Εκπαίδευση αξιοποιεί μεν τις συγκεκριμένες γνώσεις των ειδικών, αμφισβητεί όμως την εξουσία τους, προτιμά τους ενεργούς πολίτες με κριτική σκέψη και διάθεση και τις συμμετοχικές διαδικασίες όπως η Συνέλευση μαθητών κι εκπαιδευτικών του Σάμμερχιλ. Άλλωστε, ειδικοί ήταν αυτοί που έφτιαξαν τα πυρηνικά όπλα και τους θαλάμους αερίων, ειδικοί στην πολιτική μας κυβερνάνε κι ιδού τα αποτελέσματά τους: η κρίση, η φτώχεια κι η εξαθλίωση, οι πόλεμοι, η καταστροφή του περιβάλλοντος.
                Η Περιβαλλοντική Εκπαίδευση λοιπόν επιχειρεί να φτιάξει ενεργούς πολίτες με ευαισθησία για ό,τι συμβαίνει γύρω τους στη φύση και στην κοινωνία, πολίτες που θα πάρουν τη ζωή τους στα χέρια τους, που θα αναλάβουν ενεργό ρόλο στην κοινωνία.
                Η Περιβαλλοντική Εκπαίδευση χρησιμοποιεί τεχνικές αποτίμησης- αξιολόγησης των γνώσεων των μαθητών στο ξεκίνημα και στο τέλος μιας εκπαιδευτικής διαδικασίας για να δει τι πρόσθεσε στις γνώσεις τους η διαδικασία που ακολουθήθηκε. Ενθαρρύνει το διάλογο και τις παρατηρήσεις των μαθητών των εκπαιδευτικών και των εκπαιδευόμενων, προσπαθώντας στη συνέχεια να βελτιώσει πρακτικές. Αλλά είναι άλλο αυτό κι άλλο η βαθμολογία κι η κατάταξη ανθρώπων σε κατηγορίες με δεδηλωμένη την πρόθεση της κυβέρνησης για απολύσεις δημοσίων υπαλλήλων. Η Περιβαλλοντική Εκπαίδευση προσπαθεί να αλλάξει τους ανθρώπους και την κοινωνία, όχι να απορρίψει και να εξοβελίσει κάποιους.
                Μέσα σε όλα αυτά δεν είναι απλώς παράταιρο ένας Υπεύθυνος Κέντρου Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης να συμμετέχει σε διαδικασίες αξιολόγησης σαν κι αυτές που επιχειρούνται να επιβληθούν στα σχολεία και στο Δημόσιο συνολικά, βαθμολογώντας τους συναδέλφους του και κατατάσσοντάς τους με αυτόν τον τρόπο. Καταρχάς ο Υπεύθυνος ενός Κέντρου Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης δεν είναι διευθυντής, δε διευθύνει κανέναν. Οι συνάδελφοί του στο Κέντρο δεν είναι υφιστάμενοι, υπάλληλοί του αλλά συνάδελφοι εκπαιδευτικοί που συμμετέχουν στην Παιδαγωγική Ομάδα του Κέντρου κι από κοινού σχεδιάζουν και υλοποιούν προγράμματα και δράσεις Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης. Η Περιβαλλοντική εκπαίδευση αμφισβητεί την ιεραρχία, την κατάταξη ανθρώπων σε κατηγορίες, σε ανώτερους και κατώτερους κι αντίθετα προωθεί την ισότητα, τη συμμετοχή, τον ενεργό πολίτη.
       Συνεπώς, η συμμετοχή σε διαδικασίες αξιολόγησης ανθρώπων αντιστρατεύεται την ίδια τη λογική της Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης. Η δουλειά μας είναι ανοιχτή και δημόσια σε όλους. Η Περιβαλλοντική Εκπαίδευση, ως εναλλακτική παιδαγωγική διαδικασία δεν μπορεί να υποταχθεί σε παραδοσιακές μεθόδους ελέγχου και λειτουργίας, χωρίς να απολέσει τον ίδιο το χαρακτήρα της, χωρίς να χάσει τον εαυτό της.
           Σε μια τέτοια διαδικασία δε θα συμβάλλω ούτε ως αξιολογητής ούτε ως αξιολογούμενος. Θα συνεχίσω με πυξίδα το όνειρο για μια διαφορετική εκπαίδευση, μέσα στη φύση, με τη φύση και για τη φύση, χωρίς βαθμολογίες κι ιεραρχίες, με ενεργό συμμετοχή των μαθητών και των εκπαιδευτικών στο σχεδιασμό και στην υλοποίηση κάθε εκπαιδευτικής δράσης, για ένα σχολείο ανοιχτό στην κοινωνία και στα προβλήματά της κι όχι ανοιχτό στις επιχειρήσεις για διαφήμιση αμαρτωλών πολυεθνικών και μεταλλαγμένων κι επιβολή του τι επιτρέπεται να λέμε και τι όχι.
Φώτης Ποντικάκης

Υπεύθυνος του Κέντρου Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης Βάμου

Δευτέρα 3 Νοεμβρίου 2014

ΠΡΟΒΟΛΗ ΝΤΟΚΙΜΑΝΤΕΡ «ΠΕΤΑΜΕΝΟ ΦΑΓΗΤΟ»


H Οικολογική Πρωτοβουλία Χανίων, προβάλλει με ελεύθερη είσοδο το ντοκιμαντέρ «Πεταμένο Φαγητό (Taste the waste)», την Τρίτη 4 Νοεμβρίου 2014, στις 8.00 μμ, στο Καφέ «Ταράτσα», στο Ενετικό Λιμάνι των Χανίων.
Το «Πεταμένο Φαγητό» (Taste the waste) είναι ένα ντοκιμαντέρ 57 λεπτών του Valentin Thurn. Πρόκειται για μια διεθνή συμπαραγωγή και η μετάφραση και ο υποτιτλισμός του έγινε από την ΕΡΤ που ήταν συμπαραγωγός του το 2011 που δημιουργήθηκε.
Ένα ντοκιμαντέρ για την παγκόσμια καταστροφή των τροφίμων. Γιατί πετάμε τόσο πολύ; Πώς μπορούμε να σταματήσουμε αυτό το είδος των αποβλήτων;
            Εκπληκτικό αλλά αληθινό: Στη διαδρομή από το αγρόκτημα στο τραπέζι , πάνω από τη μισή ποσότητα των τροφίμων καταλήγει στη χωματερή. Το μεγαλύτερο μέρος τους δηλαδή. προτού καν φθάσει στον καταναλωτή!
Υπολογίζεται ότι το ένα τέταρτο της παγκόσμιας κατανάλωσης νερού χρησιμοποιείται για καλλιέργεια τροφίμων, τα οποία στη συνέχεια καταλήγουν στις χωματερές. Ολέθριες είναι και οι επιπτώσεις στο παγκόσμιο κλίμα, καθώς το ένα τρίτο των αερίων του θερμοκηπίου οφείλεται στην παραγωγή των τροφίμων μας.
Η δική μας σπατάλη επιδεινώνει το πρόβλημα πείνας αλλού. Διότι οι τιμές για τα δημητριακά όπως το σιτάρι, το καλαμπόκι ή το ρύζι καθορίζονται από τα κερδοσκοπικά παιχνίδια  στο χρηματιστήριο. Η αυξανόμενη ζήτηση –ακόμη κι αν τοο πλεόνασμα αυτό καταλήγει εν τέλει στις χωματερές- σημαίνει και υψηλότερες τιμές στην παγκόσμια αγορά, όχι όμως και αυτομάτως καλύτερες τιμές για τους αγρότες στις αναπτυσσόμενες χώρες. Οι άνθρωποι στα φτωχότερα κράτη αδυνατούν να πληρώσουν ακόμη και για τα βασικά τους τρόφιμα.
Η σπατάλη τροφίμων είναι σπατάλη πολύτιμων ανθρώπινων και φυσικών πόρων, ενέργειας και νερού. Κάθε κιλό σιτάρι έχει καταναλώσει 1.100 λίτρα νερό, κάθε κιλό ρύζι 2.700. Απαιτούνται 16.000 λίτρα νερό για να γίνει ένα κιλό βοδινό κρέας.
Τρόφιμα χάνονται κατά τη συγκομιδή στο χωράφι (καθώς δεν πληρούν τις προδιαγραφές που βάζουν οι έμποροι), στην τυποποίηση, στη μεταφορά, στα σούπερ μάρκετ αλλά και στα νοικοκυριά. Μόνο στη Γερμανία πετιούνται κάθε χρόνο 20 εκατομμύρια τόνοι τροφίμων. 222 εκατομμύρια τόνοι τρόφιμα στα αναπτυγμένα κράτη καταλήγουν κάθε χρόνο στις χωματερές.
Κι όμως υπάρχουν εναλλακτικές λύσεις: Αλλού αξιοποιούνται τα τρόφιμα που περισσεύουν σε συσσίτια και δομές αλληλεγγύης, αλλού παράγονται ζωοτροφές από τα αποφάγια και καταναλώνονται από τις κτηνοτροφικές μονάδες κλείνοντας τον κύκλο, μειώνοντας τα σκουπίδια και τη σπατάλη κι εξοικονομώντας χρήματα,
Αυτοί είναι μερικοί μόνο από τους προβληματισμούς που προβάλλει το ντοκιμαντέρ του Valentin Thurn και αποκτούν ιδιαίτερη επικαιρότητα τώρα εν μέσω της οικονομικής κρίσης.